Ημερολόγιο – 25 Νοεμβρίου 1943 (εργασίες μαθητών από το φύλλο εργασίας)

Ι.Σ

Σήμερα κάναμε έφοδο στις αποθήκες. Δεν πήραμε πολλά, αλλά βρήκαμε λίγο ψωμί και μια κονσέρβα. Ο Μανώλης έπεσε και χτύπησε, αλλά δεν είπε τίποτα, δεν έκλαψε. Περπατάμε ξυπόλητοι, αλλά νιώθω δυνατός. Αν μας πιάσουν, ξέρω τι μας περιμένει. Αλλά καλύτερα να πεθάνω προσπαθώντας, παρά να κάθομαι και να πεινάω. Η Στέλλα μας διάβασε κάτι σαν ποίημα σήμερα. Δεν θυμάμαι τα λόγια, αλλά ένιωσα πως ακόμα έχουμε ψυχή.


Β.Δ

Μου λείπει η μαμά μου. Όταν φυσάει, τη φαντάζομαι να μου σκεπάζει τα πόδια με μια κουβέρτα. Αλλά τώρα δεν έχω ούτε κουβέρτα. Σήμερα στον δρόμο μάς είδε μια γυναίκα και μας έδωσε μια φραντζόλα ψωμί. Μας χαμογέλασε. Δεν είπε τίποτα, απλώς χαμογέλασε. Την κοίταξα στα μάτια και σκέφτηκα: υπάρχει ακόμα ανθρωπιά. Ίσως να τα καταφέρουμε. Όσο έχουμε ο ένας τον άλλον, δεν είμαστε μόνοι.


Μ.Μ

Ο αδελφός μου δεν ξύπνησε το πρωί. Ήταν παγωμένος. Δεν έκλαψα, γιατί τα μάτια μου είναι στεγνά εδώ και καιρό. Σήμερα μπήκαμε σε ένα γκρεμισμένο σπίτι και βρήκαμε ένα παλιό βιβλίο. Κάποιος διάβαζε ποίηση σ’ αυτό το σπίτι, κάποτε. Ο κόσμος κάποτε είχε μουσική και λέξεις. Τώρα έχει σιωπή και πόνο. Αλλά κάτι μέσα μου λέει πως όλα θα αλλάξουν. Μια μέρα θα ξαναγελάσουμε. Θα το γράψω εδώ, για να το θυμάμαι.


Α.Ξ

Σήμερα παίξαμε μπάλα με ένα κονσερβοκούτι. Δέκα λεπτά ξεγνοιασιάς. Γελάσαμε. Ξεχάσαμε την πείνα, την Κατοχή, τους φόβους μας. Μετά ξαναγυρίσαμε στα καθήκοντα – να βρούμε ξύλα, νερό, κάτι να φάμε. Το βράδυ καθίσαμε όλοι μαζί γύρω από μια φωτιά και ο Αλέκος είπε: «Αν βγούμε ζωντανοί, θα κάνουμε μια σχολή, μόνο για παιδιά σαν εμάς». Του είπα πως θα τη βαφτίσουμε “Ξυπόλητη Ελπίδα”. Γελάσαμε. Ελπίζω να ζήσουμε αρκετά για να τη φτιάξουμε.

Total Page Visits: 224 - Today Page Visits: 3